Η πανδημία SARS-CoV-2 (COVID-19), αποκάλυψε σοβαρά ρήγματα στον κοινωνικό μας ιστό. Αυτές οι κοινωνικές ρήξεις, απαιτούν από τους επαγγελματίες υγείας, άμεση ενεργοποίηση για την πρόληψη του άγχους και της κατάθλιψης, του μετατραυματικού στρες και άλλων καταστάσεων, που προκαλούν δυσλειτουργικές συμπεριφορές, διαταράσσουν τις υποστηρικτικές σχέσεις και αυξάνουν τον κίνδυνο αυτοκτονίας.
Το επίκεντρο για μια τέτοια πρόληψη είναι το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Το σχολείο χρησιμεύει, όχι μόνο ως πηγή βασικής εκπαίδευσης αλλά και ως διαμεσολαβητής στην εξασφάλιση σωστής διατροφής για κάποια παιδιά, παρακολούθησης της ευημερίας και σύνδεσης με κοινωνικές υπηρεσίες για την αντιμετώπιση κρίσεων στις οικογένειες. Έτσι, δεδομένου ότι δίνουμε σωστή προτεραιότητα στους γιατρούς και στους ευάλωτους ηλικιωμένους ως αποδέκτες εμβολίων για τον κορονοϊό, δεν πρέπει να υποτιμούμε την εκπαίδευση και να παραμελούμε τους ευάλωτους εκπαιδευτικούς, ως επόμενη προτεραιότητα στην σειρά εμβολιασμού.
Το κλίμα στις οικογένειες δεν είναι πλέον αυτό που συζητούσαμε στην πρώτη καραντίνα. Οι ενήλικες είναι κουρασμένοι και ανασφαλείς για το εργασιακό τους μέλλον και οι έφηβοι είναι καθηλωμένοι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Τα μικρότερα παιδιά, που πρόσφατα επέστρεψαν στα σχολεία τους, δηλώνουν ικανοποιημένα, στο μεγαλύτερο ποσοστό, υπάρχουν όμως και εκείνα που εκδηλώνουν φόβο και αγωνία, αρνούνται να αποχωριστούν τους γονείς τους και δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στο σχολείο.
Γίνεται πλέον φανερό, μετά και από τα επαναλαμβανόμενα επεισόδια αντικοινωνικής συμπεριφοράς από ανήλικα άτομα, ότι η κρίση στην ψυχική υγεία που ακολουθεί κατά πόδας την πανδημία, μπορεί να οδηγήσει σε θανάτους από απόγνωση ή αδιαφορία και παραμέληση, σε αναλογία με τα θύματα της ασθένειας. Οι έφηβοι που αντιμετώπιζαν και πριν προβλήματα συμπεριφοράς και διαταραχές του συναισθήματος, είχαν ένα σταθερό πλαίσιο καθημερινής επαφής, το σχολείο. Ακόμη και με το φόβο της απουσίας, κατάφερναν να ενταχθούν καθημερινά σε ένα υγιές κοινωνικό σύνολο. Από τον Μάρτιο 2020 όμως αυτό το πλαίσιο έχει χαθεί.
«Είναι πολύ εύκολο να ξεγελάσεις τον καθηγητή και να πας μια βόλτα, με το κινητό σου να δείχνει ότι έχεις μπει στο μάθημα. Έτσι μπορείς να μείνεις έξω όλη την ημέρα και αφού οι γονείς σου λείπουν στη δουλειά, κανείς δεν σε παίρνει χαμπάρι» λέει η Κ. Πρόκειται για ένα μεγάλο κοινωνικό πείραμα πάνω στην ψυχική ανθεκτικότητα των ανθρώπων και κυρίως των παιδιών.
Πρέπει επομένως να δοθεί προτεραιότητα στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, σε όλες τις βαθμίδες. Τα ελλείμματα σπουδών πρέπει να καλυφθούν, μετά τους συνεχιζόμενους περιορισμούς της εξ αποστάσεως μάθησης. Υπάρχει ανάγκη για νοσηλευτές σε κάθε σχολείο, καθώς και για συμβούλους ψυχικής υγείας για να ελέγξουν για σημεία όχι μόνο άγχους και κατάθλιψης που μπορεί να έχουν προκύψει κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αλλά και απογοήτευσης, αποξένωσης και αυξημένης έκθεσης σε ενδοοικογενειακή βία, που μπορεί να έχει επιμείνει και κλιμακωθεί, υπό τις πιέσεις της οικογενειακής απομόνωσης και της οικονομικής ανασφάλειας.
Ανοίγοντας τα καταστήματα και κρατώντας τους εφήβους μακριά από το σχολείο, αναδιαρθρώνουμε το σύστημα αξιών της κοινωνίας μας. Όταν η πανδημία υποχωρήσει οι βλάβες που θα έχουν συμβεί, θα είναι καθοριστικές για πολλές από τις επόμενες γενιές.
Με δεδομένο τον άμεσο αντίκτυπο του σχολικού συστήματος στην ψυχική και σωματική υγεία των ατόμων και των κοινοτήτων, πρέπει να αναγνωρίσουμε τον εμβολιασμό των εκπαιδευτικών και του σχολικού προσωπικού ως προτεραιότητα.