Η ζήλια είναι το φυσιολογικό συναίσθημα που πλημμυρίζει ένα άτομο όταν αντιλαμβάνεται ότι κάποιος άλλος μπαίνει σε μια δική του, στενή δυαδική σχέση, απειλώντας να την εξουδετερώσει ή τουλάχιστον να εξουδετερώσει την αποκλειστικότητά της.
Όταν ένα παιδί έχει ζήσει δύο, τρία ή τέσσερα χρόνια σαν το μοναδικό κέντρο ενδιαφέροντος μιας οικογενειακής ομάδας, πως είναι δυνατόν να μην αισθάνεται την εμφάνιση ενός άλλου παιδιού – που γίνεται και αυτό κέντρο του ενδιαφέροντος της οικογένειας- σαν ένα προσωπικό παραγκωνισμό ή ακόμα χειρότερα σαν μια οδυνηρή «εκθρόνιση» από τα κεκτημένα εδάφη;
Πώς να δεχτεί ότι η δική του μητέρα δίνεται κάπου αλλού ή ότι ο δικός του πατέρας ενδιαφέρεται και για άλλον;
Στην πραγματικότητα το παιδί δεν ζηλεύει τον αδελφό – αντίπαλο γιατί του παίρνει τη μητέρα του, αλλά ζηλεύει όλα εκείνα που το καινούριο μωρό με τη σειρά του, δίνει στη μητέρα – και τα οποία δεν της δίνει το ίδιο – και όλα εκείνα που παίρνει ο νεοφερμένος από τη μητέρα – και τα οποία δεν παίρνει το ίδιο.
Ενώ το σύνηθες είναι το πρωτότοκο να ζηλεύει το δευτερότοκο, εν τούτοις σε πολλές οικογένειες ισχύει το αντίθετο και μάλιστα η ζήλια μπορεί να είναι εντονότερη. Οι γονείς δίνουν περισσότερη σημασία στο πρωτότοκο παιδί, για να μη νιώθει παραγκωνισμένο ή γιατί είναι πιο αυτόνομο άρα και πιο ξεκούραστο γι’ αυτούς.
Πολλές φορές η επιθετικότητα ενός παιδιού εκτονώνεται πάνω στο αδελφάκι του ακόμη κι αν ο κύριος στόχος του είναι οι γονείς. Αν ένα παιδί αισθάνεται αδικημένο ή παραγκωνισμένο είναι πιο εύκολο να θυμώσει με ένα εξίσου αδύναμο μέλος της οικογένειας παρά με τους γονείς.
Για να κατανοήσουμε ένα παιδί που ζηλεύει, θα πρέπει να προσπαθήσουμε να κοιτάξουμε τα πράγματα με τη δική του ματιά και να μπούμε στη θέση του. Ίσως έτσι πάψει να μας σοκάρει η συμπεριφορά του.
Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε με σαφήνεια τους λόγους, για τους οποίους μαλώνουμε το παιδί μας και όχι παρορμητικά.
Το πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι να καταλάβουμε ότι δε μπορούμε να επιβάλουμε στα παιδιά μας πώς να σκέπτονται ή να νιώθουν το ένα για το άλλο. Μπορούμε να τους διδάξουμε όμως πώς να συμπεριφέρονται και ποιες αντιδράσεις είναι αποδεκτές. Το αίτημα «να αγαπάς το αδελφάκι σου» μόνο ενοχές μπορεί να δημιουργήσει.
Αντίθετα, είναι σημαντικό να δείξουμε ότι και τα αρνητικά συναισθήματα είναι φυσιολογικά και αποδεκτά, ενθαρρύνοντάς τα να τα εκφράσουν με τρόπους που δεν πληγώνουν. (π.χ. είναι επιτρεπτό να είναι θυμωμένα με το αδελφάκι τους ή ακόμα να νιώθουν ότι το «μισούν», αλλά να τους απαγορεύσουμε να το χτυπάνε, να το κοροϊδεύουν κ.λπ.).